Το παράπονο μέσα στην οικογένεια

 


Πόσες μητέρες έχετε παράπονο από τα παιδιά σας, και τα παιδιά από τους γονείς! Γιατί να γίνεται αυτό; Γιατί να συμβαίνει; Θα δείτε ότι σε τελευταία ανάλυση συμβαίνει, επειδή κανένας δεν παραιτείται από το θέλημά του. Οι γονείς θέλουν να περνάει το δικό τους θέλημα, που νομίζουν ότι είναι το καλύτερο, τα παιδιά το δικό τους, γιατί και αυτά νομίζουν ότι είναι το καλύτερο, και πώς να συνεννοηθούν μετά οι άνθρωποι!

Και για να δούμε πιο συγκεκριμένα αυτό που είπαμε για τους γονείς – γιατί οι περισσότερες, νομίζω, είστε μητέρες και γιαγιάδες – έχω καταλήξει σε μερικές διαπιστώσεις, άσχετα που εμείς δεν κάναμε οικογένεια και μπορεί να μιλούμε εκ του ασφαλούς, αλλά ζήσαμε μέσα σε οικογένεια, περάσαμε και εμείς την παιδική ηλικία.

Νομίζω ότι πρώτα οι γονείς πρέπει να κατέβουν στο επίπεδο των παιδιών. Γιατί; Διότι οι γονείς υπήρξαν κάποτε παιδιά και ξέρουν πώς σκέπτονται τα παιδιά, ενώ τα παιδιά δεν έγιναν γονείς ακόμη, δεν μεγάλωσαν, δεν ξέρουν δηλαδή πώς σκέπτονται και πώς ενεργούν οι γονείς. Ακούν θεωρητικά τα παιδιά ότι πρέπει να είναι υποταγμένα, να κάνουν αυτό και εκείνο, να υπακούουν στους γονείς κτλ., αλλά διαισθάνονται, πάρα πολύ διαισθάνονται αν οι γονείς έχουν την αλήθεια με το μέρος τους ή τα αδικούν.

Όλοι μας, νομίζω, έχουμε μέσα μας τέτοια απωθημένα αισθήματα αδικίας που νιώσαμε κάποτε στη ζωή μας από μέρους των γονέων μας, όταν ήμασταν παιδιά. Τόσο ήξεραν και εκείνοι, οι καημένοι, τόσο έκαναν, αλλά αυτό, νομίζω, πρέπει να το προσέξουμε ιδιαίτερα, επειδή μιλάμε πιο συγκεκριμένα· έτσι δεν είναι; Και λένε κάποιοι: «Mα έκανα ό,τι μπόρεσα, είπα και εκείνο, έκανα και το άλλο, για να μπορέσω δηλαδή να συνεννοηθώ με το παιδί». Μήπως κάτι ακόμη λείπει; Μήπως κάτι δεν το έκανες σωστά;

Και το πρώτο που πρέπει να κάνει ο γονεύς και οποιοσδήποτε, είναι να ταπεινωθεί, να δεχτεί όλη την ταπείνωση. Ξέρετε, οι γονείς θέλουν να έχουν καλά παιδιά (περισσότερο μιλώ τώρα με τη γλώσσα του Πατρός δηλαδή), για να έχουν την ησυχία τους, για να εισπράττουν τα συγχαρητήρια και τα εύσημα από τον κόσμο, ότι έχουν σπουδαία παιδιά, ευγενικά, προοδευμένα κτλ. Και κάποιοι άλλοι γονείς δεν είναι σ’ αυτή την κατάσταση και τα βάζουν με τα παιδιά.

Εκείνη την ώρα τα βάζουν με τον Θεό τον ίδιο, και καταλήγουμε – μιλώ από την ταπεινή μας πείρα – να βλάπτουμε τις ψυχές μας. Το μεγαλύτερο φάρμακο είναι η αγάπη, η αγάπη του Θεού, η αληθινή αγάπη, και σ’ αυτό το θέμα οι γονείς, νομίζω, υποκλέπτονται, επειδή αγαπούν πολύ συναισθηματικά τα παιδιά (φυσική αγάπη) και πιστεύουν ότι θυσιάζονται και κάνουν το παν· και δεν καταλαβαίνουν ότι όχι απλώς τα δυσκολεύουν τα παιδιά, αλλά βλάπτουν τις ψυχές τους.

Οι περισσότεροι γονείς, νομίζω, σ’ αυτό το σημείο σφάλλουν, ότι τα θέλουν δηλαδή δικά τους τα παιδιά, ενώ δεν είναι κτήμα τους, είναι πλάσματα του Θεού. Αν το παιδί καταλάβει ότι ο γονεύς όντως το αγαπάει ειλικρινά, έτσι με την καρδιά του, για τον Θεό και όχι για τον εαυτό του, θα αναπτυχθεί σωστά. Όπως θυμάμαι και εγώ από τον εαυτό μου, όταν ήμουν στην παιδική ηλικία, το παιδί θέλει ανεξαρτησία. Θέλει να πιστεύει ότι δεν είναι έρμαιο, δούλος κάποιου ανθρώπου· είναι και αυτό μια προσωπικότητα εξαίρετη και ξεχωριστή ενώπιον του Θεού.

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι θα ζήσει έξω από τις συνθήκες του οικογενειακού περιβάλλοντος· αλλά οι οικογενειακές συνθήκες πρέπει να είναι πολύ κατάλληλες, για να αναπτυχθεί το παιδί, για να δείξει απόλυτη εμπιστοσύνη.

Θυμάμαι κάποτε – πριν από σαράντα χρόνια, ίσως και περισσότερα – ταξίδευα με μια κοπελίτσα, θα ήταν δεκαεφτά χρονών, και αυτή καθώς κατάλαβε ότι εγώ είχα θρησκευτικά ενδιαφέροντα, ήρθε δίπλα μου και πιάσαμε τη συζήτηση. Μου λέει: «Δεσποινίς» – εκείνη την εποχή μας προσφωνούσαν δεσποινίδες – «να σας πω, χίλιοι άνθρωποι να έρθουν να μου πουν ότι έχουν την αλήθεια, εγώ θα πιστεύω ότι η αλήθεια είναι με το μέρος της μητέρας μου!»

Και σκεπτόμουν πόσο πολύ είχε επιβληθεί η προσωπικότητα της μητέρας σ’ αυτό το παιδί· ήταν ακλόνητη η πίστη του, ήταν τόσο σίγουρο ότι αυτό που του έλεγε η μητέρα του ήταν για τη σωτηρία του, για τη θεραπεία της ψυχής του. Και ήταν εφτά αδέλφια, μου είπε.

Αργότερα ενδιαφέρθηκα να δω τι έγινε αυτή η οικογένεια· πρέπει να ήταν μια μητέρα πολύ σωστή, και δεν είχε ξεφύγει κανένα παιδί από την Εκκλησία, όλα τα παιδιά ήταν δηλαδή κάτω από την προστασία και την καθοδήγηση της μητέρας.

Θα πείτε, συμβαίνει πολλές φορές και το αντίθετο, να είναι δηλαδή μια μητέρα όντως σωστή χριστιανή, και τα παιδιά να βγαίνουν τελείως αντίθετα. Ε, και αυτό δεν είναι έξω από το σχέδιο του Θεού· και σ’ αυτή την περίπτωση ακόμη πάλι υπομονή χρειάζεται και τέλεια εμπιστοσύνη. Τίποτε άλλο, τίποτε άλλο, πολλή ταπείνωση θέλει, αδελφές. Να τα πάρουμε τα θέματα έτσι όπως τα οικονομεί ο καλός Θεός, όλα για την ταπείνωσή μας· είναι η πρώτη και καλύτερη μέθοδος.

Αν ταπεινωθεί ο άνθρωπος, και αγάπη έρχεται και μετάνοια έρχεται και συγχωρητικότητα έρχεται και συμπόνια για τον πλησίον έρχεται· γιατί τότε γίνεται ο ίδιος πλησίον, δεν περιμένει ο άλλος να έρθει να τον τιμήσει· ο ίδιος θα πάει να δείξει αυτός από τη δική του πλευρά τη δική του καλή διάθεση.

 
Από το βιβλίο: Φιλοθέης μοναχής, Προσεγγίζοντας τη διδαχή του πατρός Συμεών. Συνάξεις κυριών. Πανόραμα Θεσσαλονίκης 2016, σελ. 104-108 (αποσπάσματα).

Στο βιβλίο αυτό η Γερόντισσα Φιλοθέη (του Ι. Γυν. Ησυχαστηρίου “Το Γενέσιον της Θεοτόκου” Πανοράματος Θεσσαλονίκης) είχε ως οδηγό τη διδαχή τού μακαριστού π. Συμεών Κραγιοπούλου, ο οποίος υπήρξε μέχρι την κοίμησή του (30.9.2015) ο πνευματικός πατέρας του Ι. Ησυχαστηρίου.

Δημοφιλείς αναρτήσεις