Μία ἡμέρα στά πρός τήν Θεοτόκο «Χαῖρε» πού ἔλεγε, ἄκουσε ἀπό τήν εἰκόνα: «Χαῖρε καί σύ Γέρων τοῦ Θεοῦ
Ἦταν ἕνας Γρηγοριάτης ἡγούμενος ποὖχε «φάει» τήν εἰκόνα Της ἀπό τούς πολλούς ἀσπασμούς. Ἦταν ἕνας Νεοσκητιώτης πού παρακαλοῡσε ὅποιον ἔβλεπε νά μιλήσει, νά γράψει, νά ἐκδώσει, ὅ,τι ὑπῆρχε γιά τήν Παναγία. Ἦταν ἕνας μακαρίτης Ἰβηρίτης πού ἔπασχε ἀπό ἀγάπη πρός τήν Πορταῒτισσα. Ἕνας Φιλοθεῒτης ἔλεγε: «Ἔχομεν βεβαίας τάς ἐλπίδας εἰς τήν Γλυκοφυλοῡσαν» Παναγία.Ἡ μάνα τῶν Ἁγιοριτῶν.
Ἡ Παναγία. Πάνω ἀπ’ ὅλες τίς ἁγίες. Μητέρα τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀνθρώπων. Ἡ καλύτερη παραμυθία. Ἡ πιό σίγουρη πρέσβειρα τῶν πιστῶν. Ἡ πιό ταπεινή, ἡ πιό καλή, ἡ πιό σεμνή, ἡ πιό ὑπάκουη, ἡ πιό ὑπομονετική, ἡ σιωπηλή, ἡ γενναία, ἡ πρώτη, ἡ βασσίλισσα, ἡ Κυρία, ἡ Ἔφορος, ἡ Οἰκονόμισσα, ἡ φωτοφόρος νεφέλη καί μανναδόχος στάμνα.
Χαρά νά τήν ἀντικρύσεις. Εὐχαρίστηση νά τήν ἐπικαλεῖσαι. Εὐλογία νά σ’ ἐπισκέπτεται. Ἐλπίδα βέβαιη νά τήν παρακαλᾶς. Βοήθεια μεγάλη ἡ σκέπη της. Ποῦ νά βρεῖς τά ὡραῖα λόγια νά τήν ἐγκωμιάσεις;Πόσο φτωχή εἶναι ἡ γλώσσα γιά τά μεγάλα ὀνόματα;Πόσο ἔχει φθαρεῖ ἡ γλώσσα ἀπό τήν κατάχρηση. Ἔτσι σιωπᾶς καί τά λές ὅλα. Ὅπως σιωπηλή ἀκολουθοῦσε παντοῦ τόν ἀγαπητό Υἱό της. Μέχρι Σταυροῦ.
Ἀθωνίτισσα Θεοτόκε, τό ἀκοίμητο κανδήλι, τό ἁγνό κερί, οἱ Χαιρετισμοί, ἡ Παράκληση, τό Θεοτοκάριο, τά Θεοτοκία δέν σοῦ ἀρκοῦν. Μήτε γονυκλισίες καί τάματα καί προσφορές καί κομποσχοίνια. Τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾱς ζητᾶς γιά νἄλθει ὁ Υἱός σου νά κατοικήσει καί νά φέρει θεοτόκες καί θεοφόρες ὧρες ἁγίας θεοψίας καί φωτοχυσίας...
Μητέρα τοῦ Θεοῦ, μητέρα τῶν ἄνθρώπων, μητέρα τοῦ πόνου, μητέρα τῆς ἀγωνίας, μητέρα τῶν θλιβομένων, σύντροφε τῶν μονομάχων τοῦ Θεοῦ, τῶν καλογέρων.
Ἡ Θεοτόκος εἰδικά γιἀ τοὐς Ἁγιοπεῖτες ἦταν, εἶναι καί θά εἶναι: «Ἄμαχος σύμμαχος, τῶν πρακτέων ὑφηγητής, τῶν μή πρακτέων ἑρμηνευτής, κηδεμών, ἰατρός, τροφεύς...». Ἄπειρές εἶναι οἱ ἀποδείξεις πού βεβαιώνουν τήν ἀλήθεια τοῦ λόγου.
Σέ κάθε μοναστήπι, κελλί καί καλύβη ὑπάρχουν οἱ εἰκόνες της, μέ τίς ἔγγραφες καί ἄγραφες παραδόσεις, πού μιλοῦν γιά θαυμαστές ἐπεμβάσεις της, γιά τήν ὁρατή προστασία της. Καί ὅλα τοῦτα συμβαίνουν γιά τήν ἀνόρθωση τοῦ πιστοῦ καί τήν ἐπανόρθωση τοῦ ἀπίστου.
Περί τῶν κυριωτέρων εἰκόνων τῆς Ἀθωνίτισσας Θεοτόκου ὀλίγα θ’ ἀναφέρουμε στήν ἀγάπη σας πρός κατάνυξη, ὠφέλεια καί ἀναψυχή.
Σέ παρεκκλήσι τῆς Μεγίστης Λαύρας βρίσκεται ἡ θαυματουργή εἰκόνα τῆς «Κουκουζέλισσας». Κατά μία ἀγρυπνία τοῦ Σαββάτου τοῦ Ἀκαθίστου ὁ ὅσιος Ἰωάννης ὁ Κουκουζέλης, ὁ καλλίφωνος Λαυριώτης Πρωτοψάλτης, μετά τήν ὡραιότατη ψαλμωδία του, κάθησε στό ἀπέναντι τῆς εἰκόνας στασίδι λίγο ν’ ἀναπαυθεῖ. Ἐκεῖ τοῦ παρουσιάσθηκε ἡ Θεοτόκος λέγοντας: «Χαίροις Ἰωάννη. Ψάλλε μοι, καί ἐγώ οὐ μή σέ ἐγκαταλείψω». Καί τοῦ πρόσφερε δῶρο εὐχαριστίας ἕνα χρυσό νόμισμα, τό ὁποῖο ἀφιερώθηκε στήν εἰκόνα της καί πολλά θαύματα κατά καιρούς τέλεσε. Ἀργότερα καί πάλι τοῦ ἐμφανίσθηκε ἡ Θφοτόκος, γιά νά τοῦ θεραπεύσει τά πόδιατου, πού εἶχαν σαπίσει ἀπό τίς συνεχεῖς ἔνδακρεις στάσεις του, τίς ἀγρυπνίες καί τήν ὀρθοστασία καί τοῦ εἶπε: «Από τοῦ νῦν ἔσο ὑγιής». Ἔτσι ἀνταμείβει ἡ Οὐράνια Ἄνασσα τούς ταπεινούς διακονητές της.
Στή μονή τοῦ Βατοπεδίου, πού τιμᾶται στόν Εὐαγγαλισμό τῆς Θεοτόκου, ὅπου θησαυρίζεται ἡ τιμία ζώνη τῆσ Θεουόκου, ὑπάρχουν ἕξι θαυματουργές εἰκόνες τῆς Παναγίας:
Ἡ ἱστορία τῆς εἰκόνας τῆς λεγομένης «Παραμυθία» εἶναι ἁπλή, σύντομη καί ἐκληκτική. Σέ πειρατικῆς ἐπιδρομῆς ὁ ἡγούμενος τῆς μονῆς ἄκουσε τή Θεοτόκο νά τοῦ λέει: «Μή ἀνοίξητε σήμερον τάς πύλας τῆς μονῆς...». Ὁ ἡγούμενος κάλεσε τήν ἀδελφότητα καί διηγήθηκε τό γεγονός κι ὅλοι παρετήρησαν πώς ὁ σχηματισμός τοῦ προσώπου τῆς Θεομήτορος εἶχε ἀλλάξει κι ἔτσι παραμένει μέχρι σήμερα. Ἡ ἔκφραση τῆς Παναγίας φανερώνει συμπάθεια καί ἀγάπη, τό βλέμμα της δηλώνει ἐπιείκεια καί πραότητα καί στά χείλη της ὑπάρχει μειδίαμα σεμνό καί χαρίεν. Δικαίως λοιπόν ἐπωνομάσθηκε «Παραμυθία».
Μία ἄλλη εἰκόνα ἡ λεγομένη «’Εσφαγμένη» δέχθηκε κτύπημα μέ μαχαίρι ἀπό ἕνα ἐκκλησιαστικό τῆς μονῆς, ἀπρόσεκτο, δαιμονοκίνητο καί συγχυσμένο. Ἀμέσως ἡ εἰκόνα ἔτρεξε αἷμα πολύ, καί τό πρόσωπο ἄρχισε να γίνεται ὠχρό ὡς νά ἦταν ζωντανό καί ν’ ἀπέθνησκε ἀπό τήν αἱμορραγία. Ὁ ἀνόσιος μοναχός τυφλώθηκε κι ἀσθένησε βαρειά γιά τό τόλμημάτου. Οἱ προσευχές τῶν πατέρων καί οἱ μεσιτεῖες του στή μεσίτρια τοῦ κόσμου τοῦ ἔδωσαν τήν ὑγεία του. Ἀπό τότε ἔλαβε ἕνα στασίδι μπροστά στήν εἰκόνα της καί διῆλθε τό ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς του μέ μετάνοια, αὐτομεμψία καί μεγάλη ἄσκηση.
Στόν μεσημβρινό τοῖχο τοῦ παρά τό Καθολικό παρεκκλησίου τοῦ Ἁγίου Δημητρίου βρίσκεται τοιχογραφημένη ἡ «’Αντιφωνήτρια». Ἡ ἱστορία της προηγεῖται τῆς τοιχογραφήσεώςτης. Ἡ αὐτοκράτειρα Πλακιδία ἐπισκεπτόμενη τή μονή, ἄκουσε στό σημεῖο ὅπου κατόπιν τοιχογραφήθηκε ἡ εἰκόνα, τή φωνή τῆςΘεοτόκου νά τῆς λέει:»Τί θέλεις, σύ, ἐνταῦθα; ἐνταῦθά εἰσι μοναχοί...». Ἡ αὐτοκράτειρα γονυπετής ζήτησε συγχώρεση ἀπό τήν προστάτισσα τῆς μονῆς κι ἀναχώρησε, ἀφοῦ πρίν παρήγγειλε νά ἱστορηθεῖ ἡ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου καί νά ὑπάρχει ἀκοίμητη κανδήλα, ἡ ὁποία ὑπάρχει μέχρι σήμερα.
Στή Σερβική μονή τοῦ Χιλανδαρίου, τήν τιμώμενη στά Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου, ὐπάρχουν ἕξι θαυματουργές εἰκόνες τῆς Παναγίας:
Τήν πρώτη θέση, κατά κυριολεξία, τήν ἔχει ἡ «Τριχεροῦσα», τῆς ὀποίας ἠ ἰστορία εἶναι συνυφασμένη μέ τόν βίο τοῦ μεγάλου ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, τοῦ μεγίστου τῶν ὐμνογράφων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ ἅγιος κατηγορήθηκε στόν ἄρχοντα τῆς Δαμασκοῦ ὅτι ἔγραψε δριμύτατες ἐπιστολές κατά τοῦ εἰκονομάχου αὐτοκράτορα Λέοντος τοῦ Ἴσαυρου. Ἡ τιμωρία του ἦταν νά τοῦ κόψουν τό χέρι. Ὁ ἅγιος μετά ἀπό θερμή προσευχή στή Θεοτόκο θεραπεύτηκε τελείως καί μεταβαίνοντας στή Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα τῶν Ἰεροσολύμων πρός μονασμό παρέλαβε καί τήν εἰκόνα. Ὅταν δέ ὁ ἅγιος Σάββας, ἀρχιεπίσκοπος τῶν Σέρβων καί κτίτορας τῆς μονῆς Χιλανδαρίου, πῆγε προσκυνητής στά Ἱεροσόλυμα, τοῦ ἔδωσαν οἱ πατέρες δῶρο τήν εἰκόνα, τήνὁποία μετέφερε εὐλογία στήν πατρίδα του. Τόν 14ο αἰώνα στά προπύλαια τῆς μονῆς Χιλανδαρίου συνέβη τό ἀξιοθαύμαστο γεγονός ἕνα ζῶο νά σταθεῖ ἐκεῖ φέρνοντας μόνο του τή θεία εἰκόνα. Οἱ πατέρες τήν ἔθεσαν μέ συγκίνηση στό ἱερό βῆμα. Ὅταν δέ κάποτε ἡ ἀδελφότητα τῆς μονῆς διχάστηκε ὡς πρός τήν ἐκλογή νέου ἡγουμένου, στήν ἡγουμενική θέση βρέθηκε ἡ «Τριχεροῦσα». Ἀπό τότε ἀντί γιά ἡγουμένου ἐκλέγεται προηγούμενος καί οἱ διακονητές μέ βαθειά εὐλάβεια θέτουν μετάνοια στήν εἰκόνα ἀντί τοῦ ἡγουμένου, αἰσθανόμενοι τήν προστατευτική της χάρη.
Στή Βουλγάρικη μονή τοῦ Ζωγράφου «ὑπάρχει ἡ εἰκόνα τοῦ «’Ακαθίστου». Ἡ ἱστορία της περιληπτικά ἔχει ὡς ἑξῆς;Πλησίον τῆς μονῆς ζοῦσε ἀσκητής, ὁ ὁποῖος συνήθιζε πολλές φορές τῆς ἡμέρας νά λέγει τούς «Χαιρετισμούς» τῆς Παναγίας μπροστά σεαὐτή τήν εἰκόνα. Μία ἡμέρα στά πρός τήν Θεοτόκο «Χαῖρε» πού ἔλεγε, ἄκουσε ἀπό τήν εἰκόνα: «Χαῖρε καί σύ Γέρων τοῦ Θεοῦ». Στή συνέχεια τοῦ μήνυσε νά πάει στή μονή καί νά εἰδοποιήσει τούς πατέρες πώς κινδυνεύουν ἀπό αἱρετικους, πού ἔρχονται μέ ἄγριες διαθέσεις. Πράγματι τή σθεναρή ἀντίστασή τους πρός τούς Λατινόφρονες πλήρωσαν μέ μαρτυρικό τέλος, οἱ 26 Ζωγραφῖτες ὁσιομάρτυρες, οἱ ὁποῖοι ἐκάησαν. Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας ἦλθε κατά θαυμαστό τρόπο στό μοναστήρι καί κατά τήν πυρκαϊά δέν κάηκε.
Παναγία, η των απελπισμένων μόνη ελπίς
Ἡ Παναγία εἶναι ἡ μόνη ἐλπίδα. Δέν ὑπάρχει ἄλλη γιά τούς πολλούς ἀπελπισμένους. Μονάκριβη μάνα. Εἶχε ἀπελπιστεῖ ἀπό τίς ἱκανότητές της. Δέν στεκόταν στά δεκανίκια τῶν λόγων τῶν ἄλλων. Στηριζόταν στόν σταυρό τοῦ Υἱοῦ της. Ὁ πόνος τήν ὀμόρφαινε πιό πολύ. Στόν κίνδυνο βρῆκε τή λύτρωση. Ἐπέλεξε τή σιωπή. Κυνηγήθηκε. Ἀγάπησε τά δύσκολα. Ἄντεξε στόν πόνο. Ἄντεξε καί στήν εὐτυχία τῶν μαθητῶν τοῦ Υἱοῦ της, δίχως λάθη στίς ἐξετάσεις. Ἤξερε ν’ ἀναμένει.
Ἔπαθε λοιπόν κι ἔμαθε. Κέρδισε κι ἔχει νά δώσει. Ὅ,τι ἔχει εἶναι δικό μας. Ὁ πλοῦτος ἀκένωτος, ζωοδόχος πηγή, ζωηφόρος ἀγάπη, ἐπιτάφιος τῆς ἀπόγνωσης. Νά μή τήν καταδέχονται καί νἆναι τόσο καταδεκτική. Ἡ ἔκφρασή της μιά μεγάλη σιωπή, εὔλαλη. Σκουπιδοτενεκέδες περιττῶν λόγων καθημερινά στίς ἐξώθυρες, γεμᾶτοι οἱ λάκκοι. Τό πέμπτο εὐαγγέλιο τῆς Παναγίας εἶναι ὅλο λευκές σελίδες, εἶναι γραμμένο ἀπό θωπευτική σιωπή, ἀπό μελάνι παραμυθίας. Εἶναι μιά ἀνοιχτή ἀγκαλιά, μιά σεμνή παρουσία, ἕνα μαντήλι, ἕνα ρόδο, ἕνα κουκί θυμίαμα στό λιβανιστήρι τῆς γιαγιᾶς, μιά ἀχτίδα ἡλίου στήν κλειστή κάμαρη, ἡ μόνη γυναικεία μορφή στό κελλί τοῦ ἀσκητή... τό λιμάνι τῆς σωτήρίας, τό μαφόρι της σκέπαστρο παρηγοριᾶς, ἡ ἀρετή της τροφή μας, ὅλων τῶν πεινασμένων, τῶν φτωχῶν ἄφωτων, ἡ φίλη τῶν ἀθώων, τῶν μαυρισμένων στό δάκρυ πονεμένων γιάτρισσα, ὁ ἥλιος τοῦ χιονιοῦ μας.
Ἡ Παναγία δέν εἶναι διόλου δυσνόητη, δέν εἶναι σύμβολο, δέν εἶναι οὔτε γριά οὔτε παιδούλα, ξέρει πόσο αἰσιόδοξη νά εἶναι, ν’ ἀπομακρύνεται ξέρει ἀπό τό προσκήνιο, ἐκεῖ πού δέν θέλουν νά τήν ἐπικαλοῦνται. Δέν θέλει νά δυσκολεύει κανένα, οὔτε μέ τήν ἀγάπη της. Ὅσοι ἐπέλεξαν τή χαζομάρα τούς ἀφήνει νά φᾶνε τά μοῦτρα τους.
Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης