Πρέπει να φυλάμε τον νου μας από την πολυπραγμοσύνη και την περιέργεια

Καθώς είναι ανάγκη να φυλάμε τον νου μας από την αγνωσία, έτσι παρομοίως είναι ανάγκη να τον φυλάμε και από την πολυπραγμοσύνη, την αντίθετη της αγνωσίας. Διότι, όταν τον γεμίσουμε με πολλούς λογισμούς μάταιους και άτακτους και βλαπτικούς, τον κάνουμε αδύνατο και δεν μπορεί να φτάσει εκείνο που αρμόζει στην αληθινή μας απονέκρωση (από τα πάθη) και τελειότητα. Γι’ αυτό πρέπει να είσαι σαν πεθαμένος εντελώς για κάθε έρευνα των επιγείων πραγμάτων, τα οποία, αν και μπορεί να επιτρέπονται, δεν είναι όμως και αναγκαία. Και συγκεντρώνοντας πάντοτε τον νου σου, όσο μπορείς, μέσα στον εαυτό σου, κάμνε τον αμαθή από όλου του κόσμου τα πράγματα.
Οι πληροφορίες, οι καινούργιες ειδήσεις και όλες οι μεταβολές και αλλαγές, μικρές και μεγάλες, του κόσμου και των κρατών ας είναι για σένα σαν ανύπαρκτες ολότελα. (*) Αλλά και αν προσφέρονται σ’ εσένα από τους άλλους, να εναντιώνεσαι σ’ αυτά και να τα αποβάλλεις μακριά από την καρδιά και τη φαντασία σου. Ας προσπαθείς δε με προσοχή και αγάπη να φτάσεις τα πνευματικά και ουράνια, μη θέλοντας να ξέρεις άλλο μάθημα του κόσμου, εκτός από τον Εσταυρωμένο και τη ζωή και τον θάνατό Του, και το τι ζητάει αυτός από εσένα, και βέβαια θα ευαρεστήσεις πολύ στον Θεό, ό οποίος έχει για εκλεκτούς και αγαπημένους του εκείνους που τον αγαπούν και αγωνίζονται να κάνουν το θέλημά του.

Διότι κάθε άλλο ζήτημα και έρευνα είναι φιλαυτία και υπερηφάνεια, δεσμά και παγίδες του διαβόλου, ο οποίος ως πανούργος, βλέποντας ότι η θέληση εκείνων που προσέχουν στην πνευματική ζωή είναι δυνατή και ισχυρή, γυρεύει να νικήσει τον νου τους με αυτές τις περιέργειες, για να κυριεύσει με αυτό τον τρόπο και το ένα και το άλλο (και τον νου και τη θέληση). Γι’ αυτό συνηθίζει πολλές φορές να δίνει σε αυτούς νοήματα τάχα υψηλά, λεπτά και περίεργα, και μάλιστα στους οξείς στον νου και σ’ εκείνους που είναι εύκολοι να υψηλοφρονήσουν.

Διότι αυτοί, κρατούμενοι από την ηδονή και συνομιλία εκείνων των υψηλών νοημάτων, στα οποία νομίζουν ψευδώς ότι απολαμβάνουν τον Θεό, λησμονούν να καθαρίσουν την καρδιά τους και να προσέχουν στην ταπεινή γνώση του εαυτού τους και στην αληθινή απονέκρωση και έτσι δένονται με τα δεσμά της υπερηφάνειας και γίνονται είδωλο του ίδιου του νου τους και ακολούθως, λίγο-λίγο, χωρίς να το αισθανθούν, καταντούν να νομίσουν πως δεν έχουν πλέον ανάγκη από τη συμβουλή και τη νουθεσία των άλλων, επειδή συνήθισαν να προστρέχουν σε κάθε τους ανάγκη στο είδωλο της δικής τους κρίσης, πράγμα που είναι πολύ επικίνδυνο και δύσκολο να γιατρευθεί· διότι η υπερηφάνεια του νου είναι πιο επικίνδυνη από εκείνη της θέλησης.

Την υπερηφάνεια δηλαδή της θέλησης, με το να είναι φανερή στον νου, εύκολα αυτός θα μπορέσει κάποτε να την γιατρεύσει, υποτάσσοντάς την σ’ εκείνο που πρέπει. Ο νους όμως, όταν έχει πεποίθηση ότι η κρίση του είναι καλύτερη από των άλλων, από ποιο πλέον θα μπορέσει να γιατρευθεί; Και πώς να υποταχθεί στην κρίση των άλλων εκείνος που δεν τη θεωρεί τόσο καλή σαν τη δική του;

Αν ο οφθαλμός της ψυχής, που είναι ο νους, με τον οποίο ό άνθρωπος θα μπορούσε να γνωρίσει και να καθαρίσει την υπερηφάνεια της θέλησης, είναι ο ίδιος άρρωστος, τυφλός και γεμάτος από υπερηφάνεια, ποιος έπειτα μπορεί να τον γιατρεύσει; Και αν το φως είναι σκότος, και ο κανόνας (γνώμονας, χάρακας) δεν είναι σωστός, πώς θα φωτίσει ή θα διορθώσει τα άλλα;

Γι’ αυτό πρέπει να αντισταθείς το γρηγορότερο σε αυτή την επικίνδυνη υπερηφάνεια του νου, προτού να περάσει μέσα στο μεδούλι των κοκάλων σου· και αντιστεκόμενος, χαλίνωσε την οξύτητα του νου σου και υπόβαλε τη δική σου γνώμη στη γνώμη των άλλων και γίνε μωρός για την αγάπη του Θεού, και θα είσαι σοφότερος του Σολομώντα. «Όποιος από σας νομίζει ότι είναι σοφός σε αυτό τον κόσμο, ας γίνει μωρός, για να γίνει πραγματικά σοφός» (Α’ Κορ. 3:18).

 (*) Γι’ αυτό και ο μέγας Βασίλειος προστάζει: «Να είναι σε σας σαν μία πικρή γεύση η ακρόαση των κοσμικών διηγημάτων, και κερήθρα μέλι τα διηγήματα των οσίων ανδρών» (λόγ. ασκητικ. περί αποταγής)· και ο προφήτης Δαβίδ λέει: «Αυτοί που καταπατούν τον νόμο σου μου είπαν πολλές φλυαρίες, αλλά δεν είναι όπως ο νόμος σου, Κύριε» (Ψαλμ. 118:85).

Από το βιβλίο «ΑΟΡΑΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ» του αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, έκδ. Β’, εν Αθήναις 1853, κεφ. Θ’, σελ. 23

Δημοφιλείς αναρτήσεις