Το Άγιον Όρος, γνωστό ως το Περιβόλι της Παναγίας, είναι ο κατ’ εξοχήν τόπος που τιμάται, που εμφανίζεται, που ενεργεί και αναπαύεται το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου, ως «ο νοητός της Θεοτόκου και ωραίος Παράδεισος». Σύμφωνα με την παράδοση, το Άγιον Όρος δόθηκε ως κλήρος στην Παναγία από τον ίδιο τον Κύριο: «Έστω ο τόπος ούτος κλήρος σον και περιβόλαιον σον και Παράδεισος, έτι δε λιμήν σωτήριος των θελόντων σωθήναι».
Γεγονότα ιστορικά, ανάγκες καθημερινές, ζωντανά θαύματα περιστατικά και συγκυρίες, ιδιώματα θεομητορικά αποτυπώνονται σε κάθε εικόνα που κοσμεί με την καλλιτεχνική ομορφιά της και παρηγορεί με την παρουσία της κάθε μονή του Αγίου Όρους. Έτσι, εκτός από την Παναγία του «Άξιον έστι» στο Πρωτάτο ή την Πορταΐτισσα στη Μονή Ιβήρων, έχουμε την Παναγία του Ακάθιστου στη Μονή Διονυσίου, τη Μυροβλύτισσα στη Μονή Αγίου Παύλου, την Τριχερούσα στο Χιλανδάρι, τη Γοργοϋπήκοο στη Δοχειαρίου, την Οδηγήτρια στην Ξενοφώντος, την Παραμυθία στο Βατοπαίδι, τη Γλυκοφιλούσα στη Φιλόθεου και πλήθος άλλων.
Oι θαυματουργές εικόνες της Παναγίας που Βρίσκονται στο Άγιο Όρος.
Άξιον εστί – Πρωτάτο Καρυών
Η θαυματουργή εικόνα, που φυλάσσεται σήμερα στο ιερό σύνθρονο του Πρωτάτου των Καρύων, βρισκόταν κατά τα τέλη του Ι’ αιώνα σε ένα κελί κοντά στις Καρυές που σήμερα φέρει την ίδια επωνυμία «Άξιον εστίν» λόγω του εξής θαύματος: Ενώ ο Γέροντας του Κελλιού απουσίαζε σε αγρυπνία του Πρωτάτου, συνέβη να φιλοξενήσει ο υποτακτικός του, που έμεινε μόνος στο κελλί,κάποιον άγνωστο περαστικό μοναχό μαζί με τον οποίο μάλιστα έψαλλε και την ακολουθία του όρθρου της Κυριακής. Όταν λοιπόν έφθασαν στην θ’ ωδή του κανόνα, ο μεν μοναχός του Κελιού έψαλλε «Την Τιμιωτέραν», το γνωστό αρχαίο αυτό ύμνο του Αγίου Κοσμά του Ποιητή, που ψαλλόταν τότε όπως και σήμερα μαζί με τους θεομητορικούς στίχους της θ’ ωδής (Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον…»), ενώ ο ξένος μοναχός άρχισε τον ύμνο διαφορετικά, προσθέτοντας στην αρχή του το μέχρι τότε άγνωστο προοίμιο «Άξιον εστίν ως αληθώς…», το οποίο τόσο Θαυμασμό προκάλεσε στον ντόπιο μοναχό, ώστε το ζήτησε και γραπτώς, για να μπορεί να το ψάλλει και αυτός.Επειδή όμως δε βρέθηκε μελάνι και χαρτί μέσα στο κελί, ο μυστηριώδης ξένος μοναχός χάραξε τον ύμνο με το δάκτυλό του σε μια πέτρινη πλάκα και προσθέτοντας ότι έτσι πρέπει να ψάλλεται στο εξής ο ύμνος αυτός από όλους τους Ορθόδοξούς, έγινε άφαντος. Οι Αγιορείτες έστειλαν την πλάκα στον βασιλιά και στον Πατριάρχη, ενώ την εικόνα, μπροστά στην οποία ψάλθηκε για πρώτη φορά ο αγγελικός ύμνος, τη μετέφεραν στο Πρωτάτο, στο οποίο καθιερώθηκε να γίνεται και η ετήσια πανήγυρη σε ανάμνηση του θαύματος και προς τιμή της Θεοτόκου. Σύμφωνα με το αρχαίο συναξάριο, η γιορτή αυτή αρχικά τελούνταν στο Κελί, όπου είχε γίνει το θαύμα, και μάλιστα προς τιμή του αρχάγγελου Γαβριήλ, που χωρίς άλλο ήταν ο θαυμαστός εκείνος ξένος μοναχός.
Κουκουζέλισα – Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας
Μπροστά σ΄ αυτήν την εικόνα τελούνταν από πολύ παλιά στη Λαύρα η αγρυπνία του Σαββάτου του Ακάθιστου Ύμνου. Μετά το τέλος λοιπόν αυτής της αγρυπνίας και απέναντι απ΄ αυτήν την εικόνα συνέβη μια φορά να έχει αποκοιμηθεί ελαφρά στο στασίδι του ο κουρασμένος πρωτοψάλτης της Λαύρας και τέως αρχιμουσικός του παλατιού άγιος Ιωάννης ο Κουκουζέλης, όταν είδε μπροστά του την Παναγία να του ανταποδίδει το «Χαίρε» και να του λέει: «Χαίρε Ιωάννη! Ψάλλε μου και εγώ δε θα σε εγκαταλείψω», ενώ συγχρόνως έβαζε στο χέρι του ένα χρυσό νόμισμα που ξυπνώντας βρέθηκε πράγματι να κρατάει ο άγιος. Όταν αργότερα από την πολύωρη αγρυπνία και ορθοστασία, στις οποίες επιδόθηκε με ζήλο, προσβλήθηκαν τα πόδια του, η Θεοτόκος πάλι του εμφανίστηκε σε όνειρο και τον θεράπευσε. Η θαυματουργή αυτή εικόνα σήμερα βρίσκεται τοποθετημένη σε ξύλινο θρόνιο μέσα στο ομώνυμο παρεκκλήσι της μονής.
Οικονόμισσα – Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας
Η εικόνα ζωγραφίστηκε σε ανάμνηση των λόγων της Θεοτόκου προς τον ιδρυτή της Λαύρας Άγιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη, ότι αυτή θα είναι εκείνη που θα μεριμνά στο εξής για την υλική συντήρηση της μονής και να μην ονομάζεται άλλος «οικονόμος» στη Λαύρα, γιατί αυτή θα είναι η «Οικονόμισσα» σ’ αυτήν. Πράγματι μέχρι σήμερα ο μοναχός που είναι επιφορτισμένος με το ανάλογο διακόνημα στην Λαύρα δεν ονομάζεται «οικονόμος», αλλά «παραοικονόμος», δηλαδή βοηθός οικονόμου. Η εικόνα, που παριστάνει συνολικά 14 πρόσωπα που έχουν σχέση με τη μονή και την ίδρυσή της, βρίσκεται στην Λιτή αριστερά της κεντρικής εισόδου προς το καθολικό μέσασε ξύλινο προσκυνητάρι.
Παραμυθία – Ιερά Μονή Βατοπεδίου
Για την εικόνα αυτή διηγείται η παράδοση ότι η αρχική έκφραση των προσώπων και η στάση του σώματος του Κυρίου και της Θεομήτορος άλλαξαν, όταν συνέβη το εξής φρικτό θαύμα: Όταν κάποτε αποβιβάστηκαν κρυφά πειρατές στην παραλία της μονής και περίμεναν κρυμμένοι το πρωινό άνοιγμα της πύλης, για να επιτεθούν, ο ηγούμενος που μετά το τέλος του όρθρου έμεινε μόνος, για να συνεχίσει την προσευχή του, άκουσε τα εξής λόγια της Παναγίας: «Μην ανοίξετε σήμερα τις πύλες της μονής, αλλά ανεβείτε στα τείχη και διώξτε τους πειρατές». Στρέφοντας το βλέμμα του εκεί είδε το Θείο βρέφος να απλώνει το χέρι του και να σκεπάζει τα χείλη της μητέρας του λέγοντας: «Μη μητέρα μου, άφησε τους να τιμωρηθούν όπως τους αξίζει». Αλλά η Παναγία πιάνοντας με το χέρι της το χέρι του Υιού της και στρέφοντας λίγο το κεφάλι, για να ελευθερώσει τα χείλη της επανέλαβε τα ίδια λόγια. Αυτός ο τελευταίος σχηματισμός των προσώπων παρέμεινε μόνιμα στην εικόνα, ενώ οι μοναχοί, αφού σώθηκαν θαυματουργικά απ΄ τους πειρατές, ευχαρίστησαν την Παναγία και ονόμασαν την εικόνα της αυτή «Παραμυθία», που σημαίνει καταπράϋνση ή μετριασμός, ή έννοιες που εξίσου αποδίδουν το περιστατικό του θαύματος. Η εικόνα είναι τοιχογραφία και βρίσκεται στο δεξιό χορό του ομωνύμου παρεκκλησίου της μόνης.
Παναγία του Ακαθίστου ιεράς Μονής Διονυσίου
Κατά τα τέλη του 16ου αιώνος, σε μία επιδρομή των πειρατών εσυλήθη μεταξύ των άλλων κειμηλίων και η ιερά εικόνα της Παναγίας του Ακαθίστου Ύμνου.
Η εικόνα και λόγω των πολυτίμων αφιερωμάτων και των καλυμμάτων που είχε, τοποθετήθηκε μέσα σε κιβώτιο από τους πειρατές και ανοίχθηκαν με το πλοίο τους στο πέλαγος.
Για πολλές όμως νύκτες εκλυδωνίζονταν από την τρικυμία ανοικτά του Όρους, οπότε και φάνηκε η Θεοτόκος στον ύπνο τους λέγοντας τους:
– Γιατί με φυλακίσατε και με αποξενώσατε από τον οίκο μου; Να με επιστρέψετε στη Μονή μου, διαφορετικά θα χαθείτε όλοι.
Σηκώθηκαν, λοιπόν, από τον ύπνο τους οι πειρατές και αφού κουβέντιασαν μεταξύ τους για την οπτασία που είδαν, αποφάσισαν να επιστρέψουν πίσω την αγία εικόνα, ενώ συγχρόνως ένας ούριος άνεμος τους έφερε στην παραλία της Μονής.
Εκεί, όταν άνοιξαν το κιβώτιο για να πάρουν την εικόνα, την βρήκαν λουσμένη σε ένα πολύ ευώδες μύρο και όλα τα μαντήλια και τα καλύμματα της να είναι λουσμένα στο μύρο το οποίο ανέβλυζε από αυτή.
Έτσι αφού την έβγαλαν, την έδωσαν στην Ιερά Μονή. Και μάλιστα, δύο από τους συντρόφους των πειρατών, οι οποίοι ήταν χριστιανοί και έζησαν το θαύμα αυτό, μετανόησαν και έμειναν για πάντα στο Μοναστήρι και έγιναν Μοναχοί για την σωτηρίαν της ψυχής τους.
Ένα από τα σημαντικότερα κειμήλια της Μονής Διονυσίου είναι η εικόνα της «Παναγίας του Ακαθίστου». Η εικόνα αυτή αποτελεί δώρο του αυτοκράτορα Αλεξίου Κομνηνού του Γ’ στον Άγιο Διονύσιο τον κτίτορα, κατά το 1375. Με την εικόνα αυτή έγινε λιτανεία στα τείχη της Κωνσταντινουπόλεως υπό του τότε Πατριάρχου Σεργίου, κατά την πολιορκία από τους Πέρσες και τους Αβάρους το 626, κατόπιν της σωτηρίου επεμβάσεως της, της οποίας εψάλη ο Ακάθιστος Ύμνος προς τιμήν της Θεοτόκου.
Η παράδοση αναφέρει ότι είναι μία εκ των εβδομήκοντα εικόνων, των «μικρών», του Ευαγγελιστή Λουκά.
Η ύλη της εικόνας είναι κερί και μαστίχα, η δε μορφή της είναι αρκετά αλλοιωμένη και έχει δυσδιάκριτα χαρακτηριστικά, καθώς έχει αναβλύσει πολλές φορές ευώδες μύρο.
Βρίσκεται στο ομώνυμο παρεκκλήσιο το ενωμένο στην βορειοδυτική πλευρά του καθολικού.
Εορτάζει το Σάββατο του Ακαθίστου, την Ε’ Εβδομάδα των Νηστειών, κατά το οποίο για περισσότερη λαμπρότητα μεταφέρεται στο καθολικό της Μονής και τίθεται επί θρόνου.
Παναγία Πορταΐτισσα ιερά μονή Ιβήρων
Η θαυματουργή Πορταΐτισσα, η εξέχουσα
μεταξύ των θεομητορικών εικόνων του Αγίου Όρους, ήταν αρχικά φυλαγμένη,
καθώς διασώζει η παράδοση, στη μικρασιατική Νίκαια. Εκεί, μία ευσεβής
γυναίκα με τον μοναχογιό της, την είχαν τοποθετήσει μέσα στην ιδιόκτητη
εκκλησία τους και την τιμούσαν.
Στα χρόνια της δεύτερης εικονομαχίας βασιλικοί κατάσκοποι ανακάλυψαν την
εικόνα και απείλησαν τη γυναίκα πως θα τη σκοτώσουν αν δεν τους
δωροδοκήσει. Εκείνη υποσχέθηκε ότι την επομένη θα τους έδινε τα χρήματα.
Τη νύχτα εκείνη, αφού προσευχήθηκε μπροστά στην εικόνα, τη σήκωσε με
ευλάβεια, κατέβηκε στην παραλία και την έριξε στη θάλασσα λέγοντας:
- Δέσποινα Θεοτόκε, εσύ έχεις τη δύναμη κι εμάς να διασώσεις από την
οργή του Βασιλιά, αλλά και την εικόνα σου από τον καταποντισμό.
Τότε πραγματικά έγινε κάτι θαυμαστό. Η θαυματουργή εικόνα στάθηκε
όρθια στα κύματα και κατευθύνθηκε προς τη δύση. Συγκινημένη η γυναίκα
από το γεγονός γυρίζει στον γιο της και του λέει:
- Εγώ, παιδί μου, για την αγάπη της Παναγίας είμαι έτοιμη να πεθάνω. Εσύ να φύγεις. Να πας στην Ελλάδα.
Χωρίς αργοπορία το παιδί ετοιμάστηκε και ξεκίνησε για τη
Θεσσαλονίκη, κι από κει για τον Άθωνα, όπου μόνασε. Σαν μοναχός ασκήτεψε
στον τόπο, όπου αργότερα ιδρύθηκε η μονή Ιβήρων. Αυτό ήταν οικονομία
Θεού, γιατί έτσι πληροφορήθηκαν οι άλλοι μοναχοί το ιστορικό της
θαυματουργής εικόνας.
Πέρασε καιρός. Ο μοναχός από τη Νίκαια
πέθανε, και το μοναστήρι των Ιβήρων ιδρύθηκε και ολοκληρώθηκε. Ήταν
βράδυ, όταν οι μοναχοί αντίκρυσαν ένα παράξενο θέαμα: έναν πύρινο στύλο
που ξεκινούσε από τη θάλασσα κι έφθανε στον ουρανό. Το όραμα συνεχίστηκε
ήμερες και νύχτες. Κατεβαίνουν οι αδελφοί στην παραλία και βλέπουν με
θαυμασμό στη βάση του πύρινου στύλου μία εικόνα της Θεοτόκου. Όσο όμως
την πλησίαζαν εκείνη απομακρυνόταν. Συγκεντρώθηκαν τότε στην εκκλησία
και παρακάλεσαν με δάκρυα τον Κύριο να χαρίσει στο μοναστήρι τους τον
ανεκτίμητο αυτό θησαυρό. Μεταξύ των μοναχών υπήρχε ένας ευλαβής ασκητής,
που λεγόταν Γαβριήλ. Σ' αυτόν παρουσιάζεται η Παναγία και του λέει:
- Να πεις στον ηγούμενο και στους αδελφούς ότι θα σας παραδώσω την
εικόνα μου, για να σας προστατεύει. Θα μπεις κατόπιν στη θάλασσα, θα
περπατήσεις πάνω στα κύματα, κι έτσι θα καταλάβουν όλοι την εύνοια μου
για το μοναστήρι σας.
Έτσι κι έγινε! Ο π. Γαβριήλ περπάτησε πάνω στη θάλασσα σαν σε στερεά
γη, παρέλαβε με ευλάβεια τη θαυματουργή εικόνα και επέστρεψε στην
παραλία. Εκεί συγκεντρωμένοι όλοι οι μοναχοί της επιφύλαξαν τιμητική
υποδοχή. Ύστερα την παρέλαβαν και την τοποθέτησαν στο Ιερό βήμα του
καθολικού. Όταν την επομένη ο εκκλησιαστικός πήγε ν' ανάψει τα καντήλια,
η εικόνα έλειπε. Ερεύνησε παντού και την ανακάλυψε στο τείχος, πάνω από
την πύλη της μονής. Την επανάφεραν στο καθολικό, αλλά ή εικόνα έφυγε
και πάλι. Αυτό επαναλήφθηκε πολλές φορές. Τέλος, η Παναγία παρουσιάζεται
στον γέροντα Γαβριήλ και του λέει:
- Να πεις στους αδελφούς να μη μ' ενοχλούν. Δεν ήρθα εδώ για να
φυλάγομαι από σας, αλλά να σας φυλάω. Όσοι ζείτε στο Όρος τούτο ενάρετα,
να ελπίζετε στην ευσπλαχνία του Υιού μου. Γιατί, όσο υπάρχει η εικόνα
μου μέσα στη μονή σας, η χάρη και το έλεος Του θα σας επισκιάζουν
πάντοτε.
Ύστερα απ' αυτό οι μοναχοί έχτισαν παρεκκλήσι κοντά στην πύλη κι
εκεί τοποθέτησαν την ιερή εικόνα. Πράγματι η Πορταΐτισσα, καθώς
υποσχέθηκε, προστατεύει τη μονή και οικονομεί κάθε της ανάγκη.
Η οικονομία της Πορταΐτισσας προς τη
μονή φαίνεται και στο ακόλουθο γεγονός. Το 1651 οι 365 Ιβηρίτες μοναχοί
δοκίμαζαν οικονομική στενότητα, γι' αυτό ανέθεσαν στη Θεοτόκο να
μεριμνήσει για τη συντήρησή τους. Αμέσως η φιλόστοργη μητέρα έτρεξε για
εξεύρεση πόρων με το ακόλουθο χαριτωμένο θαύμα.
Εκείνη την περίοδο ήταν βαριά άρρωστη η κόρη του τσάρου της Ρωσίας
Αλεξίου Μιχαήλοβιτς. Τα πόδια της ήταν παράλυτα και για τους γιατρούς
αθεράπευτα.
Τη θλίψη της πριγκίπισσας και των Βασιλέων γονέων της έρχεται τώρα να
μεταβάλει σε χαρά η θαυματουργή Πορταΐτισσα. Παρουσιάζεται μια νύχτα
στον ύπνο της, κι αφού της έδωσε θάρρος και υποσχέθηκε να τη θεραπεύσει
της λέει:
- Να πεις στον πατέρα σου να φέρει από τη μονή των Ιβήρων την εικόνα μου την Πορταΐτισσα.
Το πρωί η άρρωστη κόρη διαβίβασε την εντολή κι αμέσως ξεκίνησε
έκτακτη αποστολή, για να μεταφέρει στους Ιβηρίτες μοναχούς την επιθυμία
του τσάρου. Εκείνοι φοβήθηκαν μήπως η εικόνα δεν επιστραφεί, και
αποφάσισαν να στείλουν ένα πιστό αντίγραφο με τιμητική συνοδεία τεσσάρων
ιερομόναχων. Μόλις μαθεύτηκε ο ερχομός της σεπτής εικόνας στη Μόσχα, η
πόλη άδειασε. Όλοι, βασιλείς και λαός, έτρεξαν να την προϋπαντήσουν. Στ'
ανάκτορα όμως η πριγκίπισσα κειτόταν στο κρεβάτι, χωρίς να γνωρίζει
τίποτε. Κάποια στιγμή ζήτησε τη μητέρα της και τότε πληροφορήθηκε το
μεγάλο γεγονός.
- Τί; φώναξε. Έρχεται η Παναγία, κι έμενα με άφησαν εδώ;
Πηδά αμέσως από το κρεβάτι, ντύνεται και τρέχει να υποδεχθεί κι
εκείνη την Παναγία. Ο κόσμος είδε την παράλυτη πριγκίπισσα να τρέχει και
τα έχασε. Η συγκίνηση κορυφώθηκε, όταν από την άλλη μεριά έφθασε η αγία
εικόνα κι έγινε η τελετή της υποδοχής και της προσκυνήσεως.
- Μεγαλειότατε, είπαν οι απεσταλμένοι, προσφέρουμε τη σεπτή αυτή εικόνα σαν δώρο στο ευσεβές ρωσικό έθνος.
- Σας ευχαριστώ, είπε συγκινημένος ο τσάρος. Σε ένδειξη της ευγνωμοσύνης
μου σας παραχωρώ μία από τις καλύτερες μονές της πρωτεύουσας, τον άγιο
Νικόλαο. Επίσης, ετήσιο επίδομα από 2.500 ρούβλια, ατέλεια σε ό,τι
εισάγετε και εξάγετε από τη χώρα μου, καθώς και δωρεάν μετακίνηση των
απεσταλμένων σας.
Το μετόχι αυτό παρέμεινε στην κυριότητα της μονής Ιβήρων μέχρι το
1932 και της εξασφάλιζε τόσες προσόδους, ώστε κάλυπτε όλες σχεδόν τις
υλικές της ανάγκες.
Παναγία Γλυκοφιλούσα Ι.Μ.Φιλοθέου
Παναγία Γοργοϋπήκοος ιερά μονή Ιβήρων
Παναγία Φοβερά Προστασία ιερά μονή Κουτλουμουσίου
Παναγία Οδηγήτρια ιερά μονή Ξενοφώντος